Κυριακή 22 Αυγούστου 2010

ΤΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

  Συμπόσιο (Πλατωνικός διάλογος)


                                                    Συμπόσιο (Πλατωνικός διάλογος)



Κείμενο του Συμποσίου σε πάπυροΤο Συμπόσιο είναι ένας από τους Σωκρατικούς διαλόγους του αρχαίου Έλληνα φιλοσόφου Πλάτωνα, μαθητή τού Σωκράτη. Ο διάλογος εστιάζει στον θεό Έρωτα και τη θέση του στο δρόμο του φιλοσόφου. Θεωρείται ένα από τα κορυφαία έργα του Πλάτωνα.

Σκηνικό

Ο νεαρός ποιητής Αγάθωνας κέρδισε το βραβείο στα Λήναια το έτος 416 π.Χ., επί άρχοντος Ευφήμου (Αθήν. 217α). Την επόμενη μέρα όμως κάλεσε σε συμπόσιο όλους τους εξέχοντες άνδρες της αριστοκρατικής τάξης της Αθήνας, επειδή την προηγούμενη μέρα δεν είχαν μπορέσει να παρευρεθούν στην γιορτή. Στο συμπόσιο πήραν μέρος ο Αριστόδημος, ο Φαίδρος, ο Αγάθωνας, ο γιατρός Ερυξίμαχος, ο Παυσανίας, ο Αριστοφάνης, ο Αλκιβιάδης και αργότερα ο Σωκράτης, ο οποίος αρχικά δίσταζε να παρευρεθεί και περίμενε έξω από την πόρτα ακούγοντας τα λεγόμενα. Η πρώτη μας επαφή με τον Σωκράτη γίνεται στο ενδιάμεσο του κειμένου, τη στιγμή που αυτός εμφανίζεται στο συμπόσιο. Οι παρευρισκόμενοι αποφασίζουν να περάσουν τη βραδιά όχι με άγριο φαγοπότι, αλλά όμορφα και διαλεκτικά, συζητώντας γύρω από ένα συγκεκριμένο θέμα. Το θέμα του συμποσίου είναι λοιπόν η αναζήτηση της υφής του έρωτα: «τι είναι ο έρωτας;»

Δομή του έργου

Σκηνή από συμπόσιοΣχεδόν ολόκληρος ο διάλογος είναι σε μορφή αφήγησης από τον Απολλόδωρο στον Εταίρο, έναν φίλο του στον δρόμο για την Αθήνα. Ο Απολλόδωρος άκουσε τη συζήτηση από τον Αριστόδημο, ο οποίος συμμετείχε στο συμπόσιο, και πιθανότατα ο Πλάτωνας έλαβε γνώση των λεγομένων από τον αδερφό του ή από τον ακατονόμαστο φίλο.Η συζήτηση αρχίζει με τον λόγο του Φαίδρου, που υποστηρίζει, ότι ο Έρωτας είναι ένας από τις αρχαιότερες θεότητες. Ενώ ένας πιστός φίλος είναι η μεγαλύτερη ευτυχία, ο έρωτας είναι αυτός που μας κάνει να κάνουμε τις ηρωικότερες πράξεις.Ο Παυσανίας φέρνει τον έρωτα σε σχέση με την θεά Αφροδίτη, και υποστηρίζει ότι όπως η Αφροδίτη έχει δύο φύσεις, την ανθρώπινη και την θεϊκή, έτσι και ο έρωτας έχει δύο μορφές. Ο σαρκικός έρωτας αποσκοπεί στην απλή ικανοποίηση, ενώ με ο ανώτερος έρωτας επιφέρει την παντοτινή ένωση με τον αγαπημένο ή την αγαπημένη.Ο γιατρός Ερυξίμαχος από ιατρικής άποψης βλέπει τον έρωτα σαν μια συγκυρία τεσσάρων ερωτικών δυνάμεων που κατοικούν μέσα στο ανθρώπινο σώμα: η ζέστη, το κρύο, η πίκρα και η γλύκα.Ο Αριστοφάνης επιχειρεί να αποδείξει την δύναμη του έρωτα με τον μύθο των σφαιρικών ανθρώπων, που ήταν ερμαφρόδιτοι. Είχαν τόσο μεγάλη δύναμη, που οι θεοί τους έκοψαν στην μέση και από τότε το ένα μισό αναζητάει το άλλο.Ο Αγάθων με μεγάλη ρητορική ικανότητα και με την βοήθεια λογικών αποδείξεων λέει πως ο έρωτας είναι ένας θεός που είναι αιώνια νεαρός, τρυφερός, πανέμορφος, δίκαιος, σώφρων, τολμηρός και σοφός. Προς τιμή του τραγουδάει και έναν ύμνο.Εκείνη την στιγμή παρουσιάζεται ο Σωκράτης, ο οποίος λέει ότι δεν ξέρει να πει τίποτα. Η ιέρεια Διοτίμα όμως του ανέθεσε να μεταφέρει ότι ο έρωτας είναι ένας δαίμονας, που μεσολαβεί μεταξύ των θνητών και των αθανάτων.Ξαφνικά εμφανίζεται ο Αλκιβιάδης, πολύ μεθυσμένος και με την μορφή ενός Διόνυσου. Όλοι οι παρευρισκόμενοι θέλουν να τους κάνει παρέα, αλλά ο Αλκιβιάδης στρέφεται μόνο στον Σωκράτη και τον επαινεί.Η συζήτηση συνεχίζεται όλη τη νύχτα, και με άφθονο φαγητό και κρασί. Μόνον ο Σωκράτης παραμένει νηφάλιος, αν και πίνει περισσότερο από τους άλλους. Την επόμενη μέρα θα ξεκινήσει πρωί-πρωί για να κάνει τις καθημερινές του απασχολίες, μαζί με τον μαθητή του, τον Αριστόδεμο.

Ιστορικός και δραματικός χρόνος του Συμποσίου

Το έργο κατανέμεται σε τρία χρονολογικά επίπεδα: το συμπόσιο λαμβάνει χώρα το 416 π.Χ., ενώ η αναδιήγηση του Απολλόδωρου τοποθετείται γύρω στο 400 π.Χ., δεκαέξι χρόνια μετά το γεγονός. Τέλος ο χρόνος συγγραφής του Συμποσίου εντοπίζεται χρονολογικώς, κατά την κρίση της πλειοψηφίας των ειδικών επί του θέματος φιλολόγων, στα 385 π.Χ.. Η χρονολόγηση αυτή τεκμηριώνεται με καθαρά ενδοκειμενικά στοιχεία, και δη μέσω μίας αναχρονιστικής αναφοράς του Αριστοφάνους σε ιστορικό γεγονός που συνετελέσθη το 385 π.Χ., στην κατάλυση των τειχών της Μαντίνειας από τους Σπαρτιάτες. Στο χωρίο 193α ο Αριστοφάνης μιλώντας για τη διχοτόμηση του πρωταρχικού οργανισμού των ανθρώπων αναφέρει: «νυνὶ δὲ διὰ τὴν ἀδικίαν διῳκίσθημεν ὑπὸ τοῦ θεοῦ, καθάπερ Ἀρκάδες ὑπὸ Λακεδαιμονίων» (XIV, 193a). Η πρόσφατη ιστορική συγκυρία μας οδηγεί να ταυτίσουμε τον υπαινιγμό αυτό με την κατάλυση των τειχών της Μαντίνειας από τους Σπαρτιάτες το 385 π.Χ.. Αιτία της επιθετικής κίνησης των Σπαρτιατών ήταν ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Μαντίνειας στην αντιλακωνική πολιτική στην Αρκαδία, υπό τη στενή επιρροή του Άργους ή/και των Αθηνών.

Οι Σπαρτιάτες υποχρέωσαν τους κατοίκους να κατανεμηθούν σε 4 ή 5 κώμες διασπώντας την ενιαία κρατική τους οντότητα και εξαλείφοντας το οχυρωμένο τους κέντρο (Ξενοφ. Έλλ. 5,2,1 κ.εξ.). Το ρήμα διοικίζω που χρησιμοποιεί ο Αριστοφάνης έχει ακριβώς αυτή τη σημασία, «διαλύω πόλη». Η τελευταία επισήμανση είναι απαραίτητη, όταν αντιπαραβάλουμε την προηγηθείσα εξήγηση του χωρίου 193α με την εξήγηση που προτάθηκε από τον πολύ Ulrich von Wilamowitz-Moellendorff, κατά την οποία ο Αριστοφάνης αναφέρεται στη διάλυση της Αρκαδικής Συνομοσπονδίας από τους Σπαρτιάτες, το 418 π.Χ. (Θουκ. 5, 81). Επι αυτής της παρατήρησης συμπεραίνεται ότι δεν τίθεται θέμα αναχρονισμού από μέρους του Πλάτωνα (πβλ. όμως τον αναχρονισμό στο διάλογο Μενέξενος), απλώς τα πρόσφατα γεγονότα του 385 επανέφεραν στη μνήμη του συγγραφέα το μακρινό εκείνο ιστορικό γεγονός, το οποίο και τοποθετεί στο στόμα του Αριστοφάνους. Ο μέγας Συκουτρής δεν απορρίπτει την ερμηνεία αυτή, ωστόσο επισημαίνει ότι προσκρούει στη σημασία του ρήματος διοικίζω που συνήθως χρησιμοποιείται για διάλυση πόλεων, όχι συνομοσπονδίας (κοινού).

Δεν υπάρχουν σχόλια: