Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2010

Βουδισμός


~ Γράφει ο SeaHawk ~
Μετά τον θάνατο του Σιντάρτα Γκωτάμα ή Βούδα (από την αποκαλούμενη διδασκαλία του) που κατά τον μύθο επήλθε μέσω της φώτισης του, αναπτύχθηκε στην Ινδία ένα φιλοσοφικό και θρησκευτικό σύστημα που αργότερα διαδόθηκε σε όλη την κεντρική, νότια και νότια-ανατολική Ασία.
Η πολιτιστική του παράδοση στις περιοχές αυτές δεν μπορεί να προσδιοριστεί επακριβώς και αυτό γιατί προσαρμόστηκε, πιθανόν λόγω της φύσης του, στις ντόπιες θρησκείες και παραδόσεις.
Στην Κίνα και την Κορέα αναμείχτηκε με τον Κομφουκιανισμό και τον Ταοϊσμό, ενώ στην αργότερα στην Ιαπωνία με την ανιμιστική θρησκεία του Σιντοϊσμού. Κατά την παράδοση ο γνωστός Βούδας είναι η φυσική ενσάρκωση μίας φωτισμένης οντότητας όπου μετά την πρώτη αφύπνιση για αναζήτηση και κατόπιν από πολύχρονες και επίπονες εμπειρίες και σε οριακές καταστάσεις κατόρθωσε να φτάσει στην αλήθεια. Έτσι έφτασε στην διατύπωση του Ενδιάμεσου Δρόμου, δηλαδή την αποφυγή ανάλωσης του εαυτού μας ή της συνείδησης μας τόσο στις ακραίες απολαύσεις ή βύθισμα στον υλικό κόσμο, όσο και στις ακρότητες μιας ασκητικής ζωής. Επίσης, η διδασκαλία του περιλαμβάνει τις Τέσσερις Ευγενείς Αλήθειες, δηλαδή:
1) Η δυστυχία και ο πόνος βρίσκεται παντού.
2) Η δυστυχία και ο πόνος έχουν μια συγκεκριμένη αιτία -την εγωιστική επιθυμία.
3) Η εξάλειψη της δυστυχίας και του πόνου.
4) Η διατύπωση του δόγματος της Ευγενούς Οκταπλούς Ατραπού που οδηγεί στην εξάλειψη της δυστυχίας και του πόνου και είναι:
1. Ορθές Αντιλήψεις ή Ορθή Όραση - Η ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε τις τέσσερις ευγενείς αλήθειες επάνω στην ύπαρξη καθώς και τις επιπτώσεις που έχουν επάνω στην εξέλιξη του κάθε ατόμου που ακολουθεί την συγκεκριμένη μέθοδο. Η κατανόηση αυτή θα μας οδηγήσει να “δούμε” την αληθινή φύση των πραγμάτων.
Σύμφωνα με τον Βουδισμό υπάρχουν δυο ειδών αντίληψης. Η μια είναι η απλή και αυτό που συνήθως εννοούμε γνώση, μνήμη, σύγκριση δεδομένων κ.λ.π. Η άλλη ονομάζεται “διείσδυση” και προσπαθεί να φτάσει στη αληθινή φύση ενός αντικειμένου.
2. Ορθές Αποφάσεις ή Ορθή Πρόθεση - Η ικανότητα να μπορούμε να αντιστεκόμαστε στην δίνη του υλικού κόσμου ή αλλιώς -συμβολικά όπως λέγεται- στην “ροή του ποταμού” και να τολμάμε να ακολουθήσουμε ένα μονοπάτι προς ανώτερα επίπεδα η αλλιώς να μπορούμε να γινόμαστε “κάθετοι”. Αυτή η εξύψωση η “καθετοποίηση” από τον υλικό κόσμο (Σαμσάρα) πρέπει να περικλείει ανώτερες σκέψεις ανιδιοτέλειας, αυταπάρνησης και αγάπης προς όλες τις οντότητες και υπάρξεις.
3. Ορθές Ομιλίες - Ειλικρίνεια, ανοιχτός λόγος, αποχή από άσχημες λέξεις, κουτσομπολιό και άσκοπη φλυαρία, αποχή από σκληρή και αυθάδη γλώσσα καθώς και επίσης από συκοφαντία ή κακολογία που μπορεί να προκαλέσουν διαμάχες ανάμεσα σε άτομα η ομάδες ατόμων. Μερικές φορές είναι προτιμότερο να τηρείται μια “Ευγενική Σιωπή”
4. Ορθή Συμπεριφορά ή Ορθή Δράση - Να αποφεύγουμε να καταστρέφουμε τις εκφράσεις της ζωής, ή γενικότερα να αποφεύγουμε να αφαιρέσουμε οποιαδήποτε μορφή ζωής. Να μην κλέβουμε, να μην έχουμε ανήθικες επαφές ή έκφυλες σχέσεις και γενικά να βοηθάμε τους άλλους ώστε να μπορέσουν να ακολουθήσουν έναν έντιμο βίο ζωής.
5. Ορθά Μέσα Ζωής ή Ορθοί Πόροι Ζωής - Να αποφεύγουμε την υπερβολική άνεση και πολυτέλεια καθώς και να ζούμε από ένα επάγγελμα που βλάπτει ή είναι επιζήμιο για τους άλλους.
6. Ορθή Προσπάθεια - Αφορά την ενεργητική θέληση και χωρίζεται σε τέσσερις δίκαιες προσπάθειες:
Α) Να προλαμβάνουμε το κακό και να προωθούμε το καλό εμποδίζοντας να εμφανιστούν ζημιογόνες νοητικές καταστάσεις.
Β) Να μαχόμαστε το κακό όταν αυτό εμφανιστεί, ειδικά όταν αυτό έχει γίνει μέσα μας.
Γ) Να ενθαρρύνουμε το καλό πριν ακόμα αυτό εμφανιστεί ώστε τελικά να αναπτυχθούν οι καλές νοητικές καταστάσεις.
Δ) Να προστατεύουμε και να υποστηρίζουμε το καλό όταν εμφανιστεί ώστε να μπορέσει να αναπτυχθεί και να τελειοποιηθεί.
7. Ορθή Σκέψη ή Ορθή Προσοχή - Θεωρείται πολύ σημαντική ιδιότητα αφού μπορεί να οδηγήσει στην ολοκληρωτική κάθαρση του ατόμου και περιλαμβάνει τέσσερα μέρη που πρέπει να είμαστε αρκετά γνώστες:
Α) Τις δραστηριότητες του σώματος.
Β) Τις αισθήσεις και τα συναισθήματα.
Γ) Τις δραστηριότητες του νου.
Δ) Τις ιδέες, τις σκέψεις και τις αντιλήψεις.
8. Ορθή Συγκέντρωση - Η σωστή πειθαρχία, εκπαίδευση και ανάπτυξη του νου όπου βαθμιαία μέσα από κάποια στάδια το άτομο θα φτάσει στην έκσταση (Samadhi), στην επίγνωση των πραγμάτων και στην αγνή αταραξία. Ονομάζεται Sammasati από τις λέξεις Samma που σημαίνει 'ορθός' και την λέξη Sati που σημαίνει 'μνήμη'. Όλες αυτές οι υποδιαιρέσεις συνδέονται στενά μεταξύ του και η ανάπτυξη τους δεν ακολουθεί καμιά αριθμητική σειρά, αλλά καλλιεργούνται και αναπτύσσονται ανάλογα με την προσωπικότητα του κάθε ατόμου.
Η Οκταπλή Ατραπός θα μπορούσε να χωρισθεί και σε τρία μέρη :
1. Ηθική Διαγωγή (Σίλα-αποφυγή φόνου, κλοπής, σεξουαλικών καταχρήσεων κ.α.) που περιλαμβάνει Ορθές Ομιλίες, Ορθή Συμπεριφορά ή Ορθή Δράση και Ορθά Μέσα Ζωής ή Ορθοί Πόροι Ζωής.
2. Διαλογισμό (Σαμάντι-πνευματική γαλήνη και ενόραση) που περιλαμβάνει Ορθή Προσπάθεια, Ορθή Σκέψη ή Ορθή Προσοχή και Ορθή Συγκέντρωση.
3. Σοφία (Πράτζνα-τελικό στάδιο, παύση της αγνοίας και οριστική απελευθέρωση) που περιλαμβάνει, Ορθές Αντιλήψεις η Ορθή Όραση και Ορθές Αποφάσεις η Ορθή Πρόθεση.
Κύριος γνώμονας της Βουδιστικής διδασκαλίας είναι η οριστική απελευθέρωση του ανθρώπου από τον πόνο, την δυστυχία και τον λεγόμενο “Τροχό των Επαναγεννήσεων”, μέσα από μια σταδιακή άνοδο της συνειδητότητάς του από τις συνεχείς και διάφορες μετενσαρκώσεις. Γι’ αυτό βασική έννοια στην Βουδιστική παράδοση είναι αυτή του Αρχάτ που σημαίνει «μυημένος», «άξιος» κλπ, αυτός που βρίσκεται στην τελευταία ενσάρκωση του και έχει συνειδητά αφιερωθεί στο Ντάρμα (ή Δάρμα) που μεταφράζεται ως «διδασκαλεία», «αλήθεια», «λόγος του Θεού», «θεϊκή ατραπός» κλπ (σημειώστε την ομοιότητα της σανσκριτικής λέξης «Δάρμα» με την ελληνική λέξη «Δρόμος»).
Επίσης, υπάρχει μια ιεραρχία φωτισμένων όντων με τα πιο ανώτερα αυτά που έχουν επιτύχει την υπέρτατη φώτιση (Σάρμα Σαμπόντι) και στην κατώτατη βρίσκονται οι Μποντισάτβα αυτά τα οποία θα γίνουν Βούδες μετά από μερικές επαναγγενήσεις αλλά παραμένουν μέσα στον κύκλο των επαναγεννήσεων με σκοπό να βοηθήσουν και την υπόλοιπη ανθρωπότητα να φωτισθεί. Αργότερα (στην Μαχαγιανική σχολή), η έννοια του Μποντισάτβα ξεφεύγει από την στενή θέση της ιεραρχίας και εκφράζει μια οντότητα με ύψιστο αλτρουισμό, αυταπάρνηση και αυτοθυσία. Γι’ αυτό υπάρχουν διάφορες παραδόσεις όσον αφορά το τι απέγινε μετά τον θάνατο του. Άλλες λένε ότι αρνήθηκε την Νιρβάνα παραμένοντας στην θέση του Μποντισάτβα μέχρι και η τελευταία ανθρώπινη ψυχή να μπει στην Νιρβάνα (ο μύθος λέει ότι σείστηκε η πλάση όταν έγινε αυτό) κι άλλες ότι έφτασε στην Παρανιρβάνα (ή Παρίνιρβανα) και την οριστική έξοδο από το κύκλο των επαναγεννήσεων. Δεν υπάρχουν γραπτά κείμενα και η προφορική παράδοση παραμένει κύριο χαρακτηριστικό για τουλάχιστον τέσσερις αιώνες, γι’ αυτό -όπως λένε- αμέσως μετά τον θάνατο του Βούδα συντελείται το Πρώτο Βουδιστικό Συμβούλιο από την πρώτη Βουδιστική κοινότητα (Σάνγκα) και τους άμεσους μαθητές του. Σε αυτό, ο μεγαλύτερος μαθητής του, ο Ουπάλι, επαναλαμβάνει προφορικά τους κανόνες πειθαρχίας (Βινάγια Πιτάκα), ο εξάδελφος του, ο Ανάντα, την διδασκαλία του (Σούτρα Πιτάκα) και ο προεδρεύων, ο Κασσάπα, επανέλαβε σχόλια πάνω στην μεταφυσική και ψυχολογία (Αμπιντάρμα Πιτάκα). Αυτές είναι οι λεγόμενες Τρεις Πιτάκα ή Τριπιτάκα όπου μεταφέρθηκαν αμέσως προφορικά σε όλη την Βουδιστική επικράτεια και αποτέλεσαν το Δόγμα των Πρεσβύτερων ή Θεραβάντα ενώ αργότερα η μετάφραση τους στην αρχαία Ινδική γλώσσα Πάλι έδωσε τον ονομαστό Κανών Πάλι ή Κανόνα Πάλι.
Αναφέρουμε ενδεικτικά αποσπάσματα από ένα από τα κυριότερα βιβλία το Νταμμαπάντα που ανήκει στις Σούτρα Πιτάκα: «..η τωρινή μας κατάσταση είναι αποτέλεσμα τω χθεσινών μας σκέψεων και οι σημερινές σκέψεις πλάθουν την αυριανή μας ζωή: η ζωή μας είναι δημιούργημα της σκέψης μας…» «..η προσοχή είναι ο δρόμος της αθανασίας: η απροσεξία ο δρόμος του θανάτου. Οι προσεκτικοί δεν πεθαίνουν ποτέ: οι απρόσεκτοι είναι ήδη σαν νεκροί…» «..ένας εχθρός μπορεί να βλάψει έναν εχθρό και ένας άνθρωπος μπορεί να βλάψει αυτόν που μισεί, μα το ίδιο του το πνεύμα, αν το κατευθύνει άσχημα, μπορεί να του κάνει πολύ μεγαλύτερο κακό..»
«..όπως η μέλισσα παίρνει το μέλι από το λουλούδι και πετάει μακριά χωρίς να πειράξει την ομορφιά και το άρωμα του, έτσι περιπλανιέται ο σοφός σε αυτή την ζωή..» «..αν ένας νικούσε στην μάχη χίλιους και άλλους χίλιους ακόμη και ένας νικούσε τον εαυτό του η δική του νίκη θα ήταν η μεγαλύτερη νίκη, γιατί η μεγαλύτερη νίκη είναι η νίκη πάνω στον ίδιο σου τον εαυτό και ούτε οι θεοί ψηλά στον ουρανό, ούτε οι δαίμονες κάτω στην γη μπορούν να μετατρέψουν σε ήττα μια τέτοια νίκη..» «..όλα τα πλάσματα τρέμουν μπροστά στον κίνδυνο, όλα φοβούνται το θάνατο. Όταν ένας άνθρωπος το σκεφτεί αυτό, δεν σκοτώνει ούτε προκαλεί το θάνατο…»
«..δεν υπάρχει (παρόμοια) φωτιά σαν τον πόθο της σάρκας και αλυσίδες σαν του μίσους. Δεν υπάρχει δίχτυ σαν την αυταπάτη και ορμητικός χείμαρρος σαν την επιθυμία…»


Κατά το Δεύτερο Βουδιστικό Συμβούλιο, που γίνεται το 383 π.Χ., παρουσιάζεται μια σοβαρή αντίθεση ανάμεσα στους παραδοσιακούς οπαδούς της Θεραβάντα και τους οπαδούς της Μεγάλης Σάνγκας (κοινότητα) τους Μαχασανγκίκας. Οι Μαχασανγκίκας, επικαλούμενοι μια μυστική διδασκαλία του Βούδα, αρνήθηκαν την πρωταρχική θέση -που ήταν ότι η επίτευξη της φώτισης προέρχεται από μια σειρά τήρησης αυστηρών κανόνων- και υποστήριξαν πως η Βουδική φύση υπάρχει στον κάθε άνθρωπο και περιμένει απλά την κατάλληλη στιγμή για αν εκδηλωθεί. Σύμφωνα με αυτό, σκοπός των φωτισμένων όντων δεν ήταν η επίτευξη της Νιρβάνας (σύμφωνα με την ιδέα του Αρχάτ) αλλά ακριβώς το αντίθετο: η καθυστέρηση της με σκοπό και η υπόλοιπη ανθρωπότητα που βρίσκεται στο σκοτάδι να μπορέσει να φωτιστεί. (σύμφωνα με την ιδέα του Μποντισάτβα). Η αντίθεση αυτή θα μεγαλώσει σταδιακά μέχρι το Τέταρτο Βουδιστικό Συμβούλιο (τέλη 1 αι. μ.Χ.) όπου θα επέλθει και το μεγάλο “σχίσμα” ανάμεσα στην Μαχαγιάνα (Μεγάλο Όχημα) και τη Θεραβάντα ή Χινιγιάνα (Μικρό Όχημα). Ήδη από το Δεύτερο Βουδιστικό συμβούλιο και μετά δημιουργούνται διάφορες σχολές από την προσπάθεια για προσεγγίσεις διαφορετικών ερμηνειών των διδασκαλιών του Βούδα. Αν και η παράδοση αναφέρει ως γνωστές δεκαοχτώ τέτοιες σχολές (Βατσιπουτρίγια, Σαρματίγια, σχολή Υπέρτατου Ντάρμα κα.) πιθανότατα να υπήρξαν περισσότερες. Από όλες τις σχολές η μόνη που επιβίωσε είναι η Θεραβάντα ή Χιναγιάνα η οποία ιδρύθηκε το 204 π.χ. από ιεραπόστολους που είχε στείλει ο βασιλιάς Ασόκα. Αυτή συγκροτήθηκε γύρω από τον Κανόνα Πάλι που ήταν μια μετάφραση του αρχικού βουδιστικού δόγματος (Τριπιτάκα) στην αρχαία Ινδική γλώσσα Πάλι και εξαπλώθηκε κυρίως στην νότια και νοτιοανατολική Ασία. Η παράδοση της Μαχαγιάνα συνδέεται στενά με την αρχικοί σχολή της Μαχασάγκα (3ος αι. π.Χ.) καθώς και στην ανάπτυξη και σύνθεση των ιδεών που έγιναν ανάμεσα στον 1ο π.Χ. και τον 3ο μ.Χ. αι. Τα ζητήματα που απασχολούσαν το κίνημα αυτό ήταν ο προσδιορισμός της μεταφυσικής ταυτότητας του Βούδα, η πρακτική του Βουδισμού και η ανάπτυξη της ιδέας του μη-εαυτού. Έργο λόγιων Βουδιστών αυτής της σχολής θεωρούνται τα ιερά κείμενα Σούτρας, που θεωρούνταν ότι είναι του Βούδα και γράφτηκαν τέσσερις αιώνες μετά τον θάνατο του. Μερικά απ’ αυτά είναι τα: η Σούτρα της Αγνής Χώρας, της Τελειότητας, του Λωτού κ.α. Κύριο χαρακτηριστικό της Σχολής Μαχαγιάνα είναι η ιδέα του Μποντισάτβα, που απαρνείται την Νιρβάνα μέχρι και το τελευταίο ον να βρει την φώτιση, ενώ στην Σχολή Χιναγιάνα η Θεραβάντα ανήκει απλά σε μια κατώτερη θέση στην ιεραρχία των Φωτισμένων Όντων. Αυτό σταδιακά οδήγησε σε μια ανάπτυξη ιδιαίτερη λατρείας αυτού της ιδεώδους οντότητας με αποτέλεσμα ο άνθρωπος να μπορεί να επικαλεστεί την βοήθεια αυτών των φωτισμένων όντων καθώς βέβαια και των υπόλοιπων Βουδικών οντοτήτων της παραδοσιακής λατρείας. Κυριότεροι Μποντισάτβα είναι ο Αβαλοκιτσεσβάρα της Ευσπλαχνίας, Μαντζούσρι κ.α. ενώ από του Βούδες οι πιο δημοφιλείς είναι ο Αμιτάγιους, Βαιροτσάνα, Αμιτάμπα κ.α. Επίσης σε ιδιαίτερη θέση στο Βουδιστικό πάνθεο, βρίσκονται οι Βούδες των τεσσάρων κατευθύνσεων του χώρου, οι λεγόμενοι Τζίνας, μαζί με το Βούδα του Ζενίθ καθώς και τον λεγόμενο Βούδα του Μέλλοντος. Αυτές οι μορφές έχουν άμεση σχέση με τα πέντε στοιχεία της Ινδικής φιλοσοφίας (γη, νερό, αέρας, φωτιά και αιθέρας), ταυτίζονται συμβολικά με τα πέντε κυριότερα στάδια της πορείας του ιστορικού Βούδα και συνήθως ο κάθε ένας παριστάνεται με κάποια συγκεκριμένη τυπική ιερή χειρονομία (Μudra) εκφράζοντας συγκεκριμένες ιδιότητες.
Αναφέρουμε περιληπτικά:
Βούδας του Ζενίθ (Vairocana) - θεωρείται ο πρώτος ιεραρχικά από του Τζίνας. Το όνομα του σημαίνει “ο διάχυτης του Φώτος προς όλες τις κατευθύνσεις“. Θεωρείται ο Βούδας του Φώτος και της αλήθειας, ο κυρίαρχος της εκδήλωσης των φαινομένων και των νοούμενων, ο Ιεροκήρυκας που ακτινοβολεί. Αντιστοιχεί με το πρώτο βήμα του ιστορικού Βούδα, στο πρώτο ούρημα που έκανε στους μαθητές του αμέσως μετά την φώτιση του και συνήθως αναπαριστάνεται με την τυπική μοναστική χειρονομία Dharmacakra Mudra.
Βούδας της Ανατολής (Aksobhya) - Ο δεύτερος Τζίνας ιεραρχικά, ονομάζεται ο “Αμετακίνητος”, ο “Ατάραχος”, “Εκείνος που βάδισε ολόκληρο το διάστημα του δρόμου προ τη Φώτιση”. Είναι αυτός που υποτάσσει τα δαιμονικά πάθη και δείχνει την δύναμη του αγνού πνεύματος. Ανταποκρίνεται στην νίκη του ιστορικού Βούδα επί της οντότητας του απόλυτου κακού και των πειρασμών, του δαίμονα Μάρα ενώ συχνά παρουσιάζεται με την τυπική ιερή χειρονομία την Bhumisparsa Mudra.
Βούδας του Νότου (Ratnasambhava) - Ο τρίτος στην σειρά ιεραρχικά και ο λιγότερο δημοφιλής από όλους, περιγράφεται ως “η πηγή των απόκρυφων πραγμάτων”, ”αυτός που διαχειρίζεται του θησαυρούς” και αυτός που εκφράζει την “Σοφία της Ισοψυχίας”.
Οι δέκα κυριότερες
τυπικές ιερές χειρονομίες (Μudra) Αντιστοιχεί στον Βούδα Kasyapa που ανήκει στον παρελθόν και έχει προηγηθεί του ιστορικού Βούδα και συνήθως αναπαριστάνεται με την τυπική χειρονομία τηνΒούδας της Δύσης ( Amitabha) - Ο τέταρτος ιεραρχικά, αλλά από τους πλέον δημοφιλής και αυτός που τιμάται περισσότερο. Έχει μεγάλη λαμπρότητα, ονομάζεται ο “Βούδας του Απέραντου Φώτος” και θεωρείται αυτός που είναι πέρα από τον θάνατο, ο κύριος της μεταθανάτιας ζωής γι’ αυτο και πολλές φορές είναι ο «Βούδας της Ευσπλαχνίας». Αντιπροσωπεύει τον διαλογισμό του ιστορικού Βούδα κάτω από το δένδρο της Φώτισης (δένδρο Bodhi) ενώ στις αναπαραστάσεις του δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη τυπική χειρονομία αλλά παρουσιάζει μια μεγάλη ποικιλομορφία.
Βούδας του Βορρά (Amoghasiddhi) - Ο τελευταίος από του Τζίνας και ονομάζεται ως ο Βούδας της “Αναπόφευκτης Επιτυχίας”, του “Αλάνθαστου Επιτεύγματος”. Ο Βούδας της Σοφίας και της Ολοκληρωμένης Δράσης. Αντιπροσωπεύει τη στιγμή που ο ιστορικός Βούδας βρισκόταν σε βαθύ διαλογισμό και προστατευόταν επί επτά μέρες από τον βασιλιά των Νάγκα (Naga) από τις θύελλες και τις καταιγίδες που εξαπόλυσε ο δαίμονας Μάρα.Βούδας του Μέλλοντος - Οι Βουδιστικές παραδόσεις αναφέρουν ότι κάθε φορά που τίθεται σε λειτουργία ο “Τροχός του Νόμου” ή αλλιώς ο “Τροχός του Ντάρμα” (Dharma), δηλαδή κάθε φορά που ακούγεται ή κηρύσσεται η Αλήθεια επάνω στην γη, ενσαρκώνεται ένας Βούδας. Η περίοδος αυτή μπορεί να χωριστεί σε τρεις φάσεις: η πρώτη που γυρίζει ο Τροχός του Νόμου και διαρκεί περίπου 500 χρόνια. Στη δεύτερη ξεκινάει να χειροτερεύει η πίστη προς τον Νόμο και διαρκεί περίπου 1000 χρόνια, και η τρίτη όπου κανένας δεν υπακούει στον Νόμο και διαρκεί περίπου 3000 χρόνια. Μετά από αυτό σταματάει και εμφανίζεται ένα νέος Βούδας για να θέσει ξανά σε λειτουργία τον Τροχό και να ακουστεί ο Λόγος επάνω στην γη.
Αξιοσημείωτο είναι μια φιλοσοφική ανάπτυξη για την προσέγγιση της πραγματικότητας και την φύση του εαυτού όπου οδήγησε στην διατύπωση του Δόγματος της Κενότητας (Σούνυατα) και άγγιξε τον Μηδενισμό. Σύμφωνα με αυτό, τα πάντα ήταν ψευδαισθήσεις, κενά περιεχομένου, ακόμα και ο ιδεατός κόσμος των ιδεών όποτε έπρεπε να ξεπεραστούν. Παραθέτω απόσπασμα από το Θρησκειολογικό Λεξικό της Magenda του Γ. Βλάχου που νομίζω πως το επεξηγεί καλύτερα: “....μια διαφοροποίηση φιλοσοφικού τύπου απέναντι στην "ορθόδοξη" παράδοση, η οποία αφορούσε την αντίληψη της πραγματικότητας και την ιδέα του εαυτού. Η παραδοσιακή θέση, η οποία συνδεόταν άμεσα με τη θεωρία του Βούδα για το Ανάτμαν (μη-εαυτό), υποστήριζε πως η πραγματικότητα δεν αποτελούνταν γύρω από μια συνεκτική ταυτότητα των πραγμάτων, ή κατά μιαν άλλη άποψη γύρω από ένα συμπαγή εαυτό - οι ιδέες αυτές ήταν απλές ψευδαισθήσεις-, αλλά από τη διαδοχή στιγμιαίων φαινομένων. Η Μαχαγιάνα προχώρησε παραπέρα, υποστηρίζοντας ότι ψευδαισθήσεις αποτελούν κι αυτά τα ίδια τα στιγμιαία φαινόμενα, τα οποία επίσης δεν έχουν αμετάβλητη ταυτότητα, με λίγα λόγια πως όλος ο αισθητός κόσμος είναι κενός. Η θέση αυτή αποτέλεσε το δόγμα της Σούνυατα (κενότητας), το οποίο εξομοιώνοντας στο βάθος όλα τα πράγματα (ως κενά περιεχομένου) τα έκανε μετόχους ενός υπαρκτικού δικτύου, μιας κοινής συμπαντικής φύσης που συχνά αναφέρεται ως "Βουδική φύση". Στο σημείο αυτό η Μαχαγιανική θεωρία επέστρεφε ακριβώς στην ιδέα της ευσπλαχνίας του Μποντισάτβα, ο οποίος νιώθει δεσμευμένος μέσα στον κύκλο των μετενσαρκώσεων μέχρις ότου οδηγήσει όλα τα όντα στην εκδήλωση αυτής της εγγενούς βουδικής τους φύσης. Η θεωρία της κενότητας αναπτύχθηκε ακόμη περισσότερο από τη σχολή του Δόγματος του Ενδιάμεσου, ή Μαντιαμίκα, την οποία ίδρυσε περί το 150 ο φιλόσοφος Ναγκαρτζούνα, ενώ οδηγήθηκε στις ακρότατες συνέπειές της με την εμφάνιση της Σινοϊαπωνικής Βουδιστικής σχολής του Τσ'αν (Ζεν) τον 5ο αιώνα. Την ίδια περίοδο ιδρύθηκε και η δεύτερη σημαντική Μαχαγιανική σχολή, η "ιδεαλιστική" Διδασκαλία της Γιόγκα, Γιογκατσάρα ή Βιτζναναβάντα, η οποία αντιτέθηκε στην απόλυτη ιδέα της κενότητας ως επικίνδυνα προσεγγίζουσας ένα μηδενισμό, υποστηρίζοντας ότι πηγή της ψευδαισθητικής πραγματικότητας ήταν ο νους (Μάνας). Οι άλλες τρεις μεγάλες σχολές της Μαχαγιάνα, οι οποίες συγκροτήθηκαν σταδιακά γύρω από τις διδασκαλίες των αντίστοιχων Σουτρών, ήταν οι κινεζικές Τσινγκ-Τ'ου ή σχολή της Αγνής Χώρας (Σουκαβάτι Βγιούχα Σούτρες, 5ος αι.), Τ'ιεν-Τ'άι (Σαντάρμα Πουνταρίκα Σούτρα, 6ος αι.) και Χουά-Γιεν (Αβαταμσάκα Σούτρα, 8ος αι.).....”
Η Μαχαγιάνα εξαπλώθηκε κυρίως στην βόρεια και ανατολική Ασία με αποτέλεσμα να εισαχθεί άτυπα στην Κίνα από τον 1ο αι. μ.Χ., ενώ από τον 4ο αι. μ.Χ κάνουν την εμφάνιση τους οι πρώτες οργανωμένες Βουδιστικές σχολές. Από την αρχή οι αλληλεπιδράσεις με τον Ταοϊσμό και τον παραδοσιακό ντόπιο Κομφουκιανισμό ήταν αρκετά έντονες με αποτέλεσμα ο Κινεζικός Βουδισμός να έχει μια ξεχωριστή εξέλιξη και να καθορίσει εκείνο το πλαίσιο των ιδεών από όπου αργότερα θα αναπτυχθούν ο Κορεάτικος και ο Ιαπωνικός Βουδισμός. Παρ’ όλες τις έντονες αντιδράσεις που συνάντησε θα κατορθώσει τελικά να εδραιωθεί και να πάρει επάξια την δική του θέση ανάμεσα στον Ταοϊσμό και τον Κομφουκιανισμό ως μια από τις Τρεις Διδασκαλίες. Από την πρώτη στιγμή ο Βουδισμός θεωρήθηκε περισσότερο κοντά στον Ταοϊσμό γι’ αυτό και χρησιμοποιήθηκε σαν μια εναλλακτική λύση. Ακόμα για την καλύτερη προσέγγιση του Βουδισμού στις μεταφράσεις των Ιέρων κειμένων στα κινέζικα, χρησιμοποιήθηκαν πολλές φορές Ταοϊστικές ορολογίες και έννοιες με αποτέλεσμα την γέννηση μιας ανεξάρτητης βουδιστικής παράδοσης. Πολλοί Κινέζοι Βουδιστές ισχυρίζονταν ότι ο ιδρυτής του Ταοϊσμού (Λαό-Τζού) ήταν μαθητής του Βούδα και στην προσπάθεια τους να το θεμελιώσουν τοποθέτησαν χρονικά την γέννηση του Βούδα αρκετά πιο νωρίς. Ενώ η διαμάχη με τον Ταοϊσμό ήταν περισσότερο θέμα διαφορετικής αντίληψης του κόσμου, η αντίθεση με τον παραδοσιακό Κομφουκιανισμό ήταν μεγαλύτερη λόγω των εντελώς διαφορετικών δογμάτων που υπήρχαν. Η Βουδιστική θεωρία της μετενσάρκωσης, η μοναστική ζωή και μοναχική ζωή έρχονταν σε αντίθεση με Κομφουκιανική λατρεία των προγόνων, του ιδεώδους της οικογένειας και τα υπερβολικά λεπτομερή τυπικά που κυριαρχούσαν σε όλες τις εκφράσεις της Κινέζικης κοινωνικής ζωής (π.χ. το τυπικό του Τσαγιού). Η ανεξαρτησία των Βουδιστικών μοναστηριών προκάλεσε αρκετές φορές έντονες αντιδράσεις με αποτέλεσμα να διωχθεί τουλάχιστον τρεις φορές αλλά τελικά κέρδισε την κρατική ανοχή και ορισμένες φορές ακόμα και την εύνοια. Η πρώτη σχολή που εισάγεται στην Κίνα είναι αυτή του Δόγματος του Ενδιάμεσου ή Μαντιαμίκα από τον Ινδό μοναχό Κουμαρατζίβα και παίρνει το όνομα Σαν-Λούν. Ακολουθεί η σχολή Αμπιντάρμα από το χώρο της Χιναγιάνα με το όνομα Τσού-σε. Τέλος η σχολή Γιογκατσάρα που ονομάστηκε Φαχσιάνγκ. Από τις τρεις αυτές σχολές καμία δεν επέζησε, αλλά αποτέλεσαν το έδαφος για να αναπτυχθούν οι τέσσερις καθαρά Κινέζικες σχολές: η Τ’ιεν-Τ’αι, η Χουά-γιέν, η Τσίνγκ-του και η Τσ’αν. Αρχικά για ένα χρονικό διάστημα η σχολή Χουα-γιέν υπήρξε η επικρατέστερη από όλες, αλλά αργότερα περιορίστηκε και επικράτησε περισσότερο ως φιλοσοφική κατεύθυνση.
Η σχολή Τσίνγκ-του έθεσε ως κυρίαρχο πρόσωπο το Βούδα Αμιτάμπα και υποστήριζε ότι η απευθείας επίκληση σε αυτόν μπορούσε να σταματήσει τον κύκλο των επαναγεννήσεων και να λυτρώσει οριστικά το άτομο. Η σχολή Τσ’αν (γνωστή αργότερα ως Ζεν) εμφανίζεται περίπου το 520 μΧ. (6ο αι.) και ιδρυτής της υπήρξε ο Ινδός μονάχος Μποντιντάρμα (28ος πατριάρχης του Ινδικού Βουδισμού) με την θεωρία περί κενότητας που αποτελούσε μια εξέλιξη του δόγματος του ενδιάμεσου η Μαντιαμίκα (Πολλοί θεωρούν ότι η λέξη “Τσ’αν” προέρχεται από την σανσκριτική λέξη “Ντύαν”, και την αντίστοιχη Ελληνική λέξη “Διάνοια”). Η σχολή Τσ’αν και ο ιδρυτής της ξεχώρισαν για την επιμονή τους στην τεχνική του Διαλογισμού και στην άμεση εσωτερική αντίληψη της Αλήθειας, ορίζοντας σαν:
“Ειδικό Ευαγγέλιο, πέρα από Ευαγγέλιο, πέρα από λέξεις ή γράμμα, που στοχεύει κατευθείαν στις ψυχές των ανθρώπων, στον πραγματικό Εαυτό και στο δρόμο προς την Βουδική κατάσταση”
Δυο αιώνες αργότερα εμφανίζεται στη Κινά ο Ταντρικός Βουδισμός και παρόλο που κρατάει για λιγότερο από ένα αιώνα, προλαβαίνει να μεταδοθεί και στην Ιαπωνία. Κατά τον 11ο αι. η εμφάνιση του Νέο-Κομφουκιανισμού θα εξομαλύνει τις αντιθέσεις με τον Βουδισμό και θα επιτρέψει την ανταλλαγή ευεργετικών στοιχείων που θα αλληλοσυμπληρώσουν αρμονικά και τις δυο θρησκείες με θετικά αποτελέσματα. Χαρακτηριστική επίπτωση στην κοινωνική δομή είναι η επίδραση της Βουδιστικής αντίληψης περί απελευθέρωσης του ατόμου όπου οδήγησε στην αλλαγή θέσης της γυναίκας και την αναγνώριζε πλέον σαν μοναδική ύπαρξη με τον απαραίτητο σεβασμό και το δικαίωμα στην μοναστική και αυτόνομη ζωή. Η Βουδιστική παράδοση “μπολιασμένη” με την Κινέζικη νοοτροπία θα πάρει ένα εντελώς ξεχωριστό χρώμα και θα κορυφωθεί (με την σχολή Ζέν) στην επόμενη γειτονική χώρα την Ιαπωνία. Οι αντιδράσεις που θα συναντήσει σ’ αυτήν τη χώρα, από ντόπια Ιαπωνική ανιμιστική θρησκεία του Σιντοϊσμού, δεν θα είναι λίγες αν και η νέα θρησκεία θα βρει γρήγορα αρκετούς υποστηρικτές κυρίως αρχικά στα υψηλά κοινωνικά στρώματα (η αυτοκράτειρα Σουίκο αποχώρησε και έγινε Βουδίστρια μοναχή). Η παράδοση για την εισαγωγή του Βουδισμού στην Ιαπωνία αναφέρει ένα αρχικό περιστατικό που δεν είναι ιστορικά τεκμηριωμένο αλλά είναι χαρακτηριστικό του κλίματος που επικρατούσε εκείνη την εποχή, παραθέτω απόσπασμα από το Θρησκειολογικό Λεξικό της Magenda του Γ. Βλάχου :
“Σύμφωνα με την παράδοση, το 538 μ.Χ., μια Κορεατική διπλωματική αποστολή έφερε ανάμεσα στα δώρα που προορίζονταν για τον Ιάπωνα αυτοκράτορα ένα μπρούντζινο άγαλμα του Βούδα, μερικές Σούτρες και μια επιστολή η οποία εγκωμίαζε τη διδασκαλία του Ντάρμα. Παρά την αρχική αποδοχή των δώρων και την ανέγερση μικρού ναού για τη στέγαση του αγάλματος, μια επιδημία η οποία ξέσπασε την περίοδο εκείνη ερμηνεύθηκε ως αποδοκιμασία των Ιαπωνικών θεοτήτων για το σεβασμό που επιδείχθηκε στην ξένη θρησκεία, με αποτέλεσμα να διαταχθεί το κάψιμο του ναού και η ρίψη του αγάλματος σ' ένα ποτάμι. Το περιστατικό αυτό δεν είναι ιστορικά τεκμηριωμένο, δείχνει ωστόσο γλαφυρά το είδος της αντίδρασης που συνάντησε, αρχικά τουλάχιστον, ο Βουδισμός στην Ιαπωνία.”
Η εδραίωση του Βουδισμού στην Ιαπωνία συντελέστηκε μέσα από μακροχρόνιες πολιτιστικές και κοινωνικές αλλαγές, με κυρίως την υποστήριξη την οποία αρχικά βρήκε ανάμεσα στα υψηλά κοινωνικά στρώματα καθώς και στην αυτοκρατορική αυλή. Σταδιακά και αρκετά αργότερα άρχισε άτυπα να γίνεται αποδεκτός στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα κυρίως για πρακτικό σκοπό, για παράδειγμα οι πρώτες Σούτρες απαγγέλλονταν στους αγρούς για καλύτερη καρποφορία.
Η πρώτη οργανωμένη σχολή εμφανίζεται το 754 περίπου από τον Κινέζο μοναχό Τσιέν-τσέν, με την Ιαπωνική ονομασία Ρίτσου (κινεζ.=Λού-τσούνγκ, ινδ.=Βινάγια) που ακολουθεί την γραμμή παράδοσης της Χιναγιάνα και θα παίξει σημαντικό ρόλο κυρίως για την μετέπειτα εξέλιξη αλλά και στην ανάπτυξη κανόνων για την μοναστική ζωή. Ακολουθούν η Χόστ (κινεζ.=Φά-χσιάνγκ, ινδ.=Γιογκατσάρα), η Σάνρον (κινεζ.=Σάν-λούν, ινδ.=Μαντιαμίκα) και η Κένγκον (κινεζ.=Χουά-γιέν).
Κατά την περίοδο Χεϊάν (794-1184) εμφανίζονται δυο σχολές: η Τεντάι (κινεζ.=Τ'ιεν-τ'άι) και η Σίνγκον (κινεζ.=Ταντρισμός) που αναμείχθηκαν σταδιακά με την παραδοσιακή ντόπια θρησκεία του Σίντο και οδήγησαν στη δημιουργία μιας υβριδικής πρακτικής ορεινού ασκητισμού που είναι γνωστή ως Σουγκέντ. Το 1175 εμφανίζεται η σχολή Τζτντο που βασίστηκε κυρίως σε μια προϋπάρχουσα άτυπη λαϊκή λατρεία του Βούδα Αμίντα (ινδ.=Αμιτάμπα) και την διδασκαλία της Αγνής Χώρας όπου υποστήριζε την άμεση λύτρωση από την συνεχή επίκληση του ονόματος του.
Ακολουθούν οι σχολές Ριντζάι (1191) και Σότο (1227), ενώ στην περίοδο Καμακούρα (1185-1333) ιδρύεται η σχολή Ντιτσιρέν που έχει μείνει γνωστή από το όνομα του ιδρυτή της (Ντιτσιρέν Στνίν, 1222-1282) και κυρίως για την ακραία της διδασκαλία η οποία περιείχε εθνικιστικές τάσεις καθώς και για την επιθετικότητα με την οποία αντιμετώπιζε τις υπόλοιπες σχολές, φτάνοντας στο σημείο να ζητήσει την επίσημη δίωξη από το κράτος. Η σχολή Ντιτσιρέν αποτέλεσε τον βασικό πυρήνα για την ανάπτυξη των λεγόμενων “Νέων Θρησκειών” που είχαν μεγάλη απήχηση κατά τους τελευταίους δυο αιώνες και κυρίως στην Μεταπολεμική Ιαπωνία. Θεωρούνται κινήματα με σχισματικές τάσεις που συνδυάζουν Βουδιστικά, Σιντοιστικά, Σαμανικά και μαγικά στοιχεία, με έντονη έμφαση στην σωτήρια του ατόμου αλλά και με πρακτικές πλευρές για την καθημερινότητα. Τα σημαντικότερα είναι το Τένρι-κύτ (1908) με ρίζες ουσιαστικά στον 19ο αι., το Ρεϊγιουκάι (1925), το Ρίσστ Κτσέι-κάι που αποσπάσθηκε από το προηγούμενο και το Στκα Γκακκάι. Γενικά ο βουδισμός στην Ιαπωνία αναπτύχθηκε σαν ξεχωριστή θρησκεία και παράδοση, αλλά ταυτόχρονα ορισμένες φορές συνδέθηκε πολύ στενά με τον αυτόχθονα ανιμιστικό Στιντοϊσμό, που δύσκολα μπορούν να ξεχωρίσουν τα όρια τους. Οι επιδράσεις και των δυο συστημάτων, κυρίως στους τομείς της καθημερινής ζωής, έκφρασης και κουλτούρας, είναι τόσο αλληλένδετες που παρατηρείται το φαινόμενο ότι ένα άτομο μπορεί να χρησιμοποιεί Βουδιστικές και Σιντοϊστικές τελετές ανεξαρτήτως της δικής του τυπικής θρησκευτικής πίστης. Γενικά μπορούμε να που ότι ο Βουδισμός έγινε ο εκφραστής της σωτηρίας του ατόμου και μεταθανάτιας ζωής ενώ η θρησκεία Σίντο παρέμεινε ταυτόσημη με την ιδέα της φύσης και της επίγειας ζωής.
 Σήμερα ο Βουδισμός έχει μια παράδοση 2.500 περίπου χρόνων και θεωρείται η τέταρτη μεγαλύτερη θρησκεία στον κόσμο με 350 εκατομμύρια οπαδούς. Είναι παρών σε όλο τον κόσμο και τις τελευταίες δεκαετίες αυξάνει ολοένα την επιρροή του στον λεγόμενο Δυτικό κόσμο, αλλά οι κύριες χώρες επιρροής του παραμένουν να είναι οι χώρες που πρωτοεμφανίστηκε, όπως Ινδία, Ταϊλάνδη, Κίνα, Μπουτάν, Ιαπωνία, Σρι Λάνκα, Ταϊβάν κ.λ.π..
Ο Βουδισμός παρόλο που φέρει όλα τα τυπικά χαρακτηριστικά μιας θρησκείας, κάποια στιγμή μετεξελίχθηκε σε μια φιλοσοφία που προσπάθησε να αντιληφθεί και ερμηνεύσει την ουσία των πραγμάτων αυτό που υπάρχει ουσιαστικά πίσω από τις εξωτερικές μορφές. Είναι ουσιαστικά μια φιλοσοφία και ένας ηθικός κώδικας ζωής που βασίζεται στην συμπόνια, την μη-βία και με σεβασμό σε κάθε μορφή ζωής και ίσως γι’ αυτό να είναι η μοναδική θρησκεία στον κόσμο που δεν προώθησε “ιερούς” πόλεμους για να επιβάλλει τα δικά της πιστεύω στους άλλους. Το καλύτερο για να κλείσουμε, είναι δύο βουδιστικές ευχές που χρησιμοποιούν οι μοναχοί για να κλείνουν τις προσευχές τους και περικλείουν όλη την ουσία:


“Η φύση του Βούδα βρίσκεται μέσα σε όλους μας”

“Ειρήνη και φώτιση σε όλα τα όντα”

Βιβλιογραφία & άλλες πηγές πληροφοριών:

Ζέν Βουδισμός και Ψυχανάλυση - ‘Eριχ Φρόμ, Ντ.Τ.Σουζούκι και Ρ.Ντέ Μαρτίνο, Εκδόσεις Μπουκουμάνης

Εισαγωγή στην Μυστική Διδασκαλία - Giorgio A.Livraga, Εκδόσεις Νέα Ακρόπολη

Νταμμαπάντα Η Οδός της Αλήθειας - Σωκράτης Λ.Σκάρτσης, Εκδόσεις Καστανιώτη

Θρησκειολογικό Λεξικό της Magenda - άρθρα του Γ. Βλάχου




Δεν υπάρχουν σχόλια: