Τα αρχαία ελληνικά μυστήρια |
Η λέξη Μυστήριο στην αρχαία Ελλάδα σήμαινε το απόρρητο, το μυστικό, το άρρητο μέρος μιας τελετής ή λατρείας οι οποίες δεν γινόταν φανερές σε άτομα που δεν είχαν μυηθεί. Όπως φαίνεται και ετυμολογικά η λέξη παράγεται από το ρήμα Μυείν δηλαδή κλείνω και αναφέρεται κυρίως στα μάτια και στα χείλη. Εκείνοι που μυούνται στα μυστήρια του υπερβατικού, απαγορεύεται να τα ανακοινώσουν σε άλλους μη μυημένους , πρέπει να κλείνουν το στόμα τους. Τα αρχαία Μυστήρια ήταν ίσως η ανώτερη πνευματική κληρονομιά στην αρχαία Ελλάδα. Ήταν κυρίως κρυφές λατρείες, όπου έπρεπε πρώτα κανείς να μυηθεί, κοινώς να εισαχθεί. Ο οπαδός αυτής της λατρείας ονομαζόταν Μύστης και το πρόσωπο που τον εισήγαγε σ' αυτή Μυσταγωγός. Κάθε μυστηριακή κοινότητα είχε τα κοινά γεύματα , τους κοινούς χορούς και τις ιεροτελεστίες , όπου άνθρωποι που έσμιξαν στο ίδιο χορό, που συμμετείχαν στα ίδια δρώμενα ένιωθαν για πάντα ενωμένοι. Στην εσωτερική έννοιά τους παρουσίαζαν τις αιώνιες αλήθειες είτε ήταν φυσικές είτε ήταν πνευματικές που διατηρήθηκαν στο πέρασμα χιλιάδων ετών. Από τα λίγα που γνωρίζουμε για αυτά φαίνεται ότι παρουσίαζαν αλληγορικές αναπαραστάσεις που συμβολίζουν τα πεπρωμένα των ψυχών μετά θάνατον, το νόμο και την ενότητα που συνδέουν όλα τα όντα. Επίσης ήταν τελετουργίες για την ευκαρπία της γης , για την πολυπόθητη βροχή. Και υπήρχαν πάντα τοπικά μυστήρια ,αλλά και μυστήρια που απόκτησαν πανελλήνια εμβέλεια όπως τα Ελευσίνια, τα Ορφικά , τα Κρητικά και τα Καβείρια.. Όλα σχεδόν επηρεασμένα από αυτά της Αιγύπτου, αναδιοργανώθηκαν με την παρέμβαση μεγάλων μυστών και ιεροφαντών που θήτευσαν πριν στα Αιγυπτιακά ιερά όπως ο Κάδμος , ο Ορφέας, ο Φερεκύδης , ο Επιμενίδης , ο Πυθαγόρας. Στα μυστήρια όλων των εποχών και όλων των θρησκειών οι άνθρωποι επιδιώκουν τη βοήθεια του θεού ή των θεών. Και την επιδιώκουν από την στιγμή που μπόρεσαν να συλλάβουν την ιδέα των πανίσχυρων θεών και του υπερβατικού τους κόσμου. Τα μυστήρια εμφανίζονται σε ένα αρκετά αναπτυγμένο πολιτιστικό στάδιο του ανθρώπου . Η σύλληψη της έννοιας των θεών, των πνευμάτων και ενός υπερβατικού κόσμου που υπάρχει πέρα από τις αισθητές δυνατότητες του ανθρώπου , αποτελούν την αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξη των μυστηρίων. Βασικό στοιχείο στην τέλεση των μυστηρίων ήταν ο κύκλος των μυημένων. Αλλά έως ένα βαθμό συμμετείχαν και μη μυημένοι διαφορετικά δεν θα υπήρχε συνέχεια στα μυστήρια αν δεν υπήρχαν μυημένοι. Εκεί μπορούσαν να λάβουν μέρος μόνο όσοι πετύχαιναν μετά από προετοιμασίες δοκιμασιών και υποσχέσεων (π.χ περί εχεμύθειας) και μόνο τότε γίνονταν δεκτοί στο χώρο των μυημένων. Στους χώρους εκείνους που υπήρχε εξωτερική και εσωτερική λειτουργία ιδιαίτερη έμφαση δινόταν στην ψυχική ανύψωση του ανθρώπου προς την πνευματική του ολοκλήρωση και τελειοποίηση μέσω του καθαρμού και του εξαγνισμού , για να κατακτήσει ο μυημένος με την ψυχή του την αγάπη και την πνευματική ελευθερία. Το κυριότερο μέρος από την εξωτερική μύηση ήταν οι καθαρμοί και οι εξαγνισμοί , όπου το μέρος αυτό των Μυστηρίων ονομαζόταν καθάρσια ή και καθαρμοί. Όλα τα μυστήρια του κόσμου έχουν για κέντρο τους τη Μητέρα-Γη που στους διάφορους λαούς παίρνει και ιδιαίτερα ονόματα. Στους Σουμέριους λέγεται Ιναννά, στους Βαβυλώνιους Ιστάρ, στη Συρία Αστάρτη, στη Φοινίκη Ανάθ, στην Αίγυπτο Ίσιδα, στη Μικρά Ασία λέγεται Μεγάλη Μητέρα, Κυβέλη, Δινδυμήνη, Μα , στους Έλληνες Δήμητρα ή Ρέα κ.λ.π. Στον χώρο του Αιγαίου υπάρχει το κοινό επίκεντρο της Μεγάλης Μητέρας Γης με τις αντίστοιχες της Δ..Μικράς Ασίας, όπου στην αρχή μάλλον δεν χρειαζόταν να αναφερθεί το όνομά της. Αργότερα πήρε το όνομα Ρέα ( που σημαίνει Γη - Γαία ) και επίσης Δήμητρα (Γη Μήτηρ). Στα πρώτα μυστήρια στον κόσμο του Αιγαίου υπάρχει και αρσενικός θνήσκων θεός όπως σε όλα τα μυστήρια της Μέσης Ανατολής.Στις νεότερες ανακαινίσεις των μυστηρίων εκλείπει ο θνήσκων θεός και στη θέση μπαίνει η "Κόρη - Περσεφόνη". Ο ουράνιος σύζυγος εξακολουθεί να υπάρχει , αλλά με διάφορα ονόματα όπως: Δίας, Ποσειδώνας, Ίακχος ή και ακόμα είναι ανώνυμος θεός. Παρατηρούμε ότι στα Διονυσιακά-Ορφικά και στα Κρητικά εξακολουθεί να παίζει κύριο ρόλο ο θνήσκων θεός όπως ο Διόνυσος που ταυτίζεται με τον Όσιρη και ο Ορφέας. Πάντως στον κόσμο του Αιγαίου και της Ελλάδας γενικότερα τα μυστήρια γίνονταν δύο φορές το χρόνο, το φθινόπωρο με τη σπορά και την άνοιξη όταν τα σπαρτά θέλουν βροχή, αλλά. σε κάθε περιοχή τα μυστήρια τελούνταν ανάλογα με το κλίμα. |
Ζητήσατε χειραγωγόν, τον οδηγήσοντα υμάς επί τας της γνώσεως θύρας, όπου εστίν το λαμπρόν φως, το καθαρόν σκότους, όπου ουδέ εις μεθύει, αλλά πάντες νήφουσιν αφορώντες τη καρδία εις τον οραθείναι θέλοντα.
Η εξωτερική λατρεία είναι υποχρεωτική και συμβατική, δεν κάνει διακρίσεις και επιλογές. Ανήκει σε αυτή κανείς από τη στιγμή της γέννησής του και συναρτάται κυρίως η σχέση του με αυτή, από την πίστη που ακολουθεί η οικογένειά του. Aντίθετα, η εσωτερική λατρεία είναι εθελοντική και εκλεκτική και απαιτεί ώριμα στη ηλικία και στη σκέψη μέλη. Είναι προσιτή μόνο στο δόκιμο, σ' αυτόν δηλαδή που ελεύθερα και αβίαστα ζητάει ο ίδιος να υποβληθεί σε ορισμένες δοκιμασίες που επιβραβεύονται όταν είναι επιτυχείς, με ουσιαστικές αποκαλύψεις μέσα από μυστικές τελετές και απόκρυφες διδασκαλίες. Αλλά και από την πλευρά τους, οι φύλακες της εσωτερικής παράδοσης μετά την αίτησή του δοκίμου, του επιτρέπουν να γίνει δεκτός σε αυτήν, μόνο αφού κάνουν έλεγχο της προσωπικότητας του και πεισθούν για τις ικανότητές του. H τελετή της μύησής του που ακολουθεί, είναι τότε "αποκαλυπτική", του φανερώνει δηλαδή άγνωστα στους πολλούς πράγματα. και αυτή ακριβώς είναι και η σημασία του όρου μύστης και η όλη διαδικασία γι' αυτό ονομάζεται "μυστήριο". Κατά κανόνα τα Μυστήρια στην Αρχαία Ελλάδα δεν δημιουργούν μία ξεχωριστή θρησκεία, έξω από τη δημόσια θρησκεία, δεν κινούνται δηλαδή αντίρροπα προς το δεδομένο θρησκευτικό καθεστώς. Απλά προσφέρουν σε εκείνους που ενδιαφέρονται, μία ειδική ευκαιρία βαθύτερης και εντονότερης επικοινωνίας με τα θρησκευτικά δρώμενά του. Kυρίως, αυτό το επιτυγχάνουν με την ανάπτυξη μίας προσωπικής σχέσης του νεόφυτου μέσα από τις μυήσεις του, με ορισμένους από τους θεούς, όταν η δημόσια, η εξωτερική θρησκεία έχει βέβαια - και κατά κανόνα έχει - ένα πολυθεϊστικό χαρακτήρα.
ΤΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑ ΤΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ
Τα Μυστήρια, παρά την ποικιλία της έκφρασής τους, έχουν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά που μια συνοπτική επισήμανσή τους θα είναι επιβοηθητική της κατανόησης του οικουμενικού χαρακτήρα τους.
Α) Τα στάδια της μύησης
Τρία κυρίως είναι τα στάδια ή οι βαθμίδες που οδηγούν στην ολοκλήρωση της εισδοχής του υποψήφιου σε ένα από τα μυητικά Συστήματα. Είναι η κατάλληλη προετοιμασία του, η καθ' αυτό μύησή του και τα αποτελέσματα ή τα προνόμια που θα αποκτήσει από αυτή. Ο Πρόκλος ονομάζει τις τρεις αυτές φάσεις, Τελετή, Μύηση, Εποπτεία. Ο Ολυμπιόδωρος κλιμακώνει τη διαδικασία αυτή σε πέντε βαθμίδες (αλλά στην ουσία δεν κάνει παρά μία μεγαλύτερη ανάλυση των τριών βασικών σταδίων): α) Δημόσια Κάθαρση, β) Εσωτερική Κάθαρση, γ) Συστάσεις (Εξηγήσεις, Κατηχήσεις), δ) Μυήσεις και ε) Εποπτεία (Angus).
Και είναι ο Θέων ο Σμυρναίος που με μία παραλλαγή αυτών των πέντε σταδίων προσδιορίζει καλλίτερα από όλους το ενιαίο στην ουσία περιεχόμενό τους, ως εξής: "Προηγούνται (των τελεσμάτων αυτών) καθάρσεις, γιατί η συμμετοχή στα Μυστήρια δεν είναι επιτρεπτή σε κάθε ένα που το επιθυμεί. Μερικοί δεν γίνονται δεκτοί προκαταβολικά με διακηρύξεις, είτε γιατί έχουν ακάθαρτα χέρια, είτε γιατί ο λόγος τους είναι ακατανόητος. (Είτε δηλαδή δεν έχουν την έξωθεν καλή μαρτυρία, είτε δεν έχουν την διανοητική ικανότητα να αφομοιώσουν το περιεχόμενο των Μυστηρίων). Αλλά και όσοι έχουν τα προσόντα να γίνουν δεκτοί πρέπει να υποβληθούν σε ορισμένες καθαρτήριες τελετές πριν γίνουν τελικά αποδεκτοί. Μετά την κάθαρση το επόμενο στάδιο είναι "η τελετή παράδοσης", δηλαδή η συμμετοχή του υποψηφίου στην ανάλογη τελετή και η ανακοίνωση των άρρητων Μυστηρίων σε αυτόν από τους κατόχους των, τους Ιεροφάντες. Το τρίτο μέρος είναι αυτό που χαρακτηρίζεται σαν Εποπτεία που είναι ο στοχασμός και η εμβάθυνση από μέρους του νεόφυτου πάνω στα δρώμενα και τα λεγόμενα (που του έχουν αποκαλυφθεί), δηλαδή πάνω στο μύθο, στα σύμβολα και στη Θεοφάνια του Πάτρωνα θεού. Το τέταρτο στάδιο είναι το πέρας της Εποπτείας κατά το οποίο γίνεται η ενθρόνιση, ο στολισμός και η αφιέρωση του μειούμενου με στεφάνους, αναδέσει με ταινίες κ.λπ. που παρέχει σε αυτόν το δικαίωμα να ανακοινώνει και σε άλλους τα Μυστήρια και τις τελετές είτε σαν Δαδούχος, είτε σαν Ιεροφάντης, είτε με κάποια άλλη ιδιότητα ιεροσύνης. Και το τελευταίο στάδιο είναι η συνέπεια του προηγούμενου, είναι η πραγματική ευλογία και ο ουσιαστικός, ο βιωματικός σύνδεσμος ο οποίος δημιουργείται ανάμεσα στο μύστη και την εξάρχουσα θεότητα, από την ενέργεια που παρέχει η μυητική αλυσίδα της αντίστοιχης παράδοσης και από τη δεκτικότητα που παράγει η αφοσίωσή του. "Η εξ αυτών περιγενομένη κατά το θεοφιλές και θεοίς συνδιαιτών ευδαιμονία" (Μαθηματικών Ι).
Συνοψίζουμε μετά από αυτή την έκθεση, σταχυολογώντας από τον Πλάτωνα ή καλλίτερα από τη Διοτίμα, την Ορφική αυτή ιέρεια από τη Μαντινεία που μύησε το Σωκράτη στην ερωτική μανία και επιγράφουμε με το κύρος τους αυτά τα στάδια τελικά ως εξής:
α) έλεγχος των προσόντων του υποψηφίου, μαζί με την Κάθαρση.
β) Μύηση και ανακοίνωση των Μυστηρίων σε αυτόν με διδασκαλίες, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και ο μύθος της καταγωγής τους και
γ) Εποπτεία των δρωμένων από αυτόν και απόκτηση της Ευλογίας της διαδοχής (Συμπόσια, 201d-212c).
Β) Τα Άγια Πάθη
Τα μυστήρια συνδέονται με διηγήσεις και Ιερούς Λόγους που όπως είδαμε παραμένουν μυστικοί. Οι σχετικοί μύθοι πάνω στους οποίους στηρίζονται, αναφέρονται βασικά στα άρρητα πάθη του Πάτρωνα Θεού. Ο αποθρονισμός και η πτώση του Κρόνου στα Τάρταρα, η αρπαγή, η ακούσια απαγωγή της Περσεφόνης και η κατάβασή της στον Άδη, ο φόνος και ο διαμελισμός του Διόνυσου, είναι κλασσικές του "πάθους" αυτού αναφορές. Υπάρχουν για να επισφραγίζουν και να αποτυπώνουν έντονα στη συνείδηση των Μυστών το αντιφατικό, το άδικο και το παράλογο που επικρατούν στο δυϊκό επίπεδο. Αυτό το παράλογο που παρ' όλο που το βιώνει καθημερινά ο άνθρωπος δεν θέλει να το αποδεχτεί βέβαια και πολύ περισσότερο να το ξεπεράσει. Αλλά τα πάθη αυτά είναι άρρητα και για έναν πολύ ουσιαστικό λόγο επίσης: γιατί είναι αδιανόητο για τον κοινό άνθρωπο να πάθει κάτι ένας θεός. Η τυχόν λοιπόν κοινολόγησή τους έτσι, θεωρείται και είναι η μεγάλη διακινδύνευση της προσωπικότητας του μυημένου, απέναντι στο κοινό, γιατί βάζει σε δοκιμασία την τρέχουσα λογική, η οποία θα του αμφισβητήσει βεβαιωμένα τη δική του αξιοπιστία και σοβαρότητα. Για να είναι όμως η αποτύπωση των παθών αυτών του Πάτρωνα Θεού ενεργητική και βιωματική, αυτός που θέλει να γίνει Μύστης, ακόλουθός του, πρέπει αναλογικά κατά τη διάρκεια της μύησης να υποβληθεί σε μία σκληρή δοκιμασία υπέρβασης και αυτός. Σε μια προκλητική προβολή του παράλογου, αλλά παράλληλα και του κρυφού νοήματος των φαινομένων και της ίδιας της ζωής.
Ο Δόκιμος, συμβολικά δηλαδή, ψυχολογικά και σωματικά, "παθαίνει". Συμβαίνουν δηλαδή κατά τη διάρκεια της μύησης γεγονότα τρομακτικά τα οποία σχετίζονται με το δέος που προκαλεί η ίδια η επικοινωνία με το θείο. Οι δοκιμασίες της μύησης έχουν να κάνουν έτσι με την υπέρβαση του φόβου του θανάτου και ο μύστης και ο πάτρωνας θεός του με μία ταυτοπροσωπία (η οποία πρέπει να επισυμβαίνει με έναν απόλυτο φυσικά σεβασμό) περνούν μέσα από μια διαδικασία μίμησης θανάτου και ανάστασης, που συνήθως αποκαλείται "διάβαση". Μετά όμως από το θείο δράμα, μετά το διαμελισμό και το αναγκαίο πένθος, θα ακολουθήσει κατά κανόνα στα αρχαία Μυστήρια η σύναξη, ο πανηγυρισμός και η χαρά, το θάνατο θα διαδεχτεί με βεβαιότητα η ανάσταση. Γιατί η διαταραχθείσα από την αδικία τάξη, πρέπει να αποκατασταθεί (Bukert). H μύηση έτσι, όταν είναι δονούμενη και καθαρή, είναι εμπειρία μεταφοράς σε ένα άλλο επίπεδο ύπαρξης. Γι αυτό μοιάζει, ταυτίζεται πολύ με τη διαδικασία της στιγμής του θανάτου, μας λέει ο Πλούταρχος: "Τη στιγμή του θανάτου η ψυχή δοκιμάζει μία εμπειρία παρόμοια με εκείνη που δοκιμάζουν αυτοί που έχουν υποβληθεί σε μεγάλες μυήσεις... Αρχικά υπόκειται κανείς σε απροσδιόριστες περιπλανήσεις και σε επίπονες περιφορές, περνάει μέσα από τρομακτικά και σκοτεινά μονοπάτια που δεν έχουν διέξοδο. Αλλά ξαφνικά προς το τέλος, όλα αυτά τα τρομερά πράγματα, ο πανικός και το ρίγος και ο ιδρώτας και η έκπληξη εξαφανίζονται και ένα θαυμάσιο φως έρχεται να σε προϋπαντήσει. Εμφανίζονται καθαροί πια τόποι και ευχάριστοι λειμώνες, με μουσική και χορούς και τελετουργίες, με θείους λόγους και ιερά οράματα. Εκεί λοιπόν ο μυημένος, τέλειος πια, (εξ αιτίας της εξοικείωσης μέσω της ανάμνησης της μυήσεώς του) απαλλαγμένος και απελευθερωμένος από όλα τα δεσμά περιφέρεται στεφανωμένος και πανηγυρίζει με τους άλλους ιερούς και αγνούς μυσταγωγούς" (Burkert).
Γ) Η Aπόκρυψη μέσα από συμβολισμούς και αλληγορίες
"Ό,τι εικάζεται είναι περισσότερο εντυπωσιακό... (αντίθετα) ότι είναι απλό και έκδηλο, εύκολα περιφρονείται, όπως όταν ο άνθρωπος είναι γυμνός. Έτσι και τα Μυστήρια χρησιμοποιούν τη μέθοδο της αλληγορίας ώστε να προκαλούν κατάπληξη και δέος και γι' αυτό τελούνται στο σκοτάδι και τη νύχτα", μας λέει ο Δημήτριος (Περί Ερμηνείας, 101). Και ο Ευριπίδης βάζει το Διόνυσο να υπερασπίζεται την τέλεσή τους κατά τη νύχτα "γιατί σεμνότητα προσδίδει το σκοτάδι σε αυτές" Βάκχες, στ. 486. Ο Στράβωνας ακολουθώντας τον Ποσειδώνιο αναφέρει ότι "η απόκρυψη στα Μυστήρια μιμείται τη φύση, η οποία απεχθάνεται την έκδηλη παρουσίαση". Και είναι γνωστή η ρήση του Ηράκλειτου ότι η κρυμμένη αρμονία είναι καλλίτερη από τη φανερή. Ο Μακρόβιος συμφωνεί: "Η φύση απεχθάνεται τη σαφή και απερίφραστη αυτοαποκάλυψη... Επιθυμεί τα μυστικά της να τα χειρίζεται ο μύθος. Κατά συνέπεια, τα ίδια τα μυστήρια κρύβονται στις υπόγειες διόδους της συμβολικής έκφρασης, έτσι ώστε ούτε καν στους μυημένους να είναι δυνατό να παρουσιαστεί γυμνή η φύση τέτοιων πραγματικοτήτων, αλλά μόνο επίλεκτοι να μπορούν να γνωρίζουν το πραγματικό μυστικό, με τη βοήθεια της ερμηνείας που παρέχει η σοφία, ενώ οι υπόλοιποι μπορεί να είναι ικανοποιημένοι με το να τιμούν το μυστήριο, το οποίο προασπίζουν αυτές οι συμβολικές εκφράσεις από την κοινοτοπία" (Burkert μετ. Έφη Ματθαίου). Τα Μυστήρια είναι μυστικά, όχι γιατί είναι άσεμνα, θα επισφραγίσει στην εποχή μας, η μεγάλη Κυρία της Ελληνικής φιλολογικής αναγέννησης η Harrison, αλλά γιατί είναι έντονα κοινωνικά, ευπρεπή και απόλυτα ιερά.
Δ) Ο μύθος
Ο μύθος εξ άλλου, που χρησιμοποιείται σαν πλαίσιο των δρωμένων και των λεγομένων στα μυστικά τελέσματα, είναι αναφορά και διείσδυση σε θεία κυρίως πεδία και έχει χαρακτηριστεί σαν η παλαιότερη και η πιο γνωστή μορφή του "ομιλειν περί των θεών". Η σοφή αυτή μέθοδος ανάγει σε άλλη παρωχημένη εποχή την Θεοφάνια τους, προστατεύει τους θεούς από τη βέβηλη και ωμή περιγραφή που χρησιμοποιεί η τρέχουσα ιστορία και δραματοποιεί συγχρόνως οραματικά και ιδανικά το περιβάλλον τους, το οποίο μπορεί και διατηρεί έτσι την καθαρή του διάσταση. Με τον επιδέξιο αυτό τρόπο, η κύρια θεότητα κάθε μυστηριακής λατρείας προβάλλεται φωτεινά και άσπιλα μέσα από ένα μύθο και συγχρόνως περιβάλλεται και προστατεύεται από αυτόν στοργικά. Τότε και μόνο τα θεία πεδία αποτελούν αστείρευτες πηγές ευλογίας και χώρους καταφυγής και ανάτασης. Γιατί ο μύθος μέσα από τον παλμό του τελέσματος, την έμπνευση του χώρου και την χωρίς όρια αφοσίωση του υποψηφίου, επαναβιώνεται δραματικά και ουσιαστικά, παύει να είναι μύθος και σαν κατακαίουσα πραγματικότητα υπερβαίνει τον όποιο χρόνο και γίνεται ένα ζωοποιό και αέναο παρόν.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό του μύθου είναι ότι ενώ το κύριο περίγραμμά του μπορεί να είναι γενικά γνωστό στο ευρύ κοινό, ορισμένες αξιοσημείωτες όμως λεπτομέρειές του θεωρούνται ιερές διατηρούνται μυστικές και ανακοινώνονται μόνο σε ένα περιορισμένο κύκλο Μυστών και μόνο κατά τη διάρκεια της ίδιας της μύησης. Από τη φύση του έτσι ο μύθος δεν έχει καμιά υποχρέωση να εμφανίζεται "λογικός" και δεν καλύπτει καμιά μυητική ανάγκη με το να δείχνεται αληθοφανής. Πέρα από αυτά ο μύθος για να δικαιώσει τον τίτλο του, πρέπει να προσφέρεται για περισσότερες από μία συμβολικές και αλληγορικές ερμηνείες.
Ε) Τo Aπόρρητο και το Άρρητο
Η Μυστικότητα των λεγομένων και των δρωμένων στα Μυστήρια είναι ριζική, και πρέπει να παραμένει σαν μία θεμελιακή τους αρχή. Απαγορεύεται η ανακοίνωσή τους είτε με την έννοια του απόρρητου, αυτού που δεν πρέπει να ανακοινωθεί, είτε σαν άρρητο με τη απόλυτη έννοια του όρου, δηλαδή αυτού που είναι τόσο βιωματικό που γίνεται άφατο και ανέκφραστο και δεν μπορεί από τη φύση του πια να ανακοινωθεί.
ΣΤ) Ο Eυριπίδης και τα μυστήρια Μια συγκλονιστική και πολύπλευρη εικόνα για τη φύση και την ατμόσφαιρα των μυητικών τελεσμάτων, έχει προσφέρει ο Ευριπίδης στην ανθρωπότητα με τις Βάκχες του: Εδώ, μεταφέρεται απλά ένα εισαγωγικό απόσπασμα τους (στ. 471 επ.) που περιέχει ένα διάλογο ανάμεσα στο Διόνυσο που δεν έχει φανερώσει ακόμα τη θεία ιδιότητά του και υποκρίνεται απλά τον οπαδό του Διονύσου και του βασιλιά Πενθέα που σαν όλους τους συμβατικούς και εξωστρεφείς εκφραστές της εξουσίας, είναι αντίθετος στα όργια αυτά:
ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Σε εγρήγορση έπρεπε να βρίσκομαι όταν (ο Διόνυσος) μου δίδαξε και μου αποκάλυψε τις τελετές του.
ΠΕΝΘΕΑΣ: Μα τι νόημα άραγε έχουν αυτές οι τελετές;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Στους αμύητους δεν μπορούν αυτά τα πράγματα να ανακοινωθούν! Όποιος σε έναν αμύητο θα φανερώσει αυτά τα σοβαρά τα μυστικά, θα αποδειχθεί ανόητος.
ΠΕΝΘΕΑΣ: Και οι τελετές του Διονύσου, τη νύχτα ή την ημέρα γίνονται;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Πιο πολύ τη νύχτα. Γιατί σεμνότητα προσδίνει το σκοτάδι σ' αυτές.
ΠΕΝΘΕΑΣ: Πρώτα-πρώτα θα σου κόψω τις μακριές μπούκλες των μαλλιών σου.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Μα είναι αφιερωμένες. Είναι κι αυτό ένας τρόπος λατρείας του θεού.
ΠΕΝΘΕΑΣ: Έπειτα αυτό το θύρσο να μου παραδώσεις.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Εσύ ο ίδιος αν τολμάς, έλα να τον πάρεις. Γιατί κι αυτός είναι λατρευτικό αντικείμενο.
Z)Τα Aρχαία Eλληνικά μυστήρια και ο Πλάτωνας
Παράλληλα λοιπόν με τη χαρούμενη και αφρόντιστη φαινομενικά θρησκευτική έκφραση που γνωρίζει το ευρύτερο κοινό και που μόνο συνοπτικά καλείται Δωδεκάθεο, ο αρχαίος Ελληνικός κόσμος εμβολιάστηκε μέσα από τα Μυστήρια, με μία δυνατότητα υπερβατικής σύλληψης των αιωνίων αξιών και με μία βιωματική μεταθανάτιας προσδοκίας. Και τη δόνηση και την αποκάλυψη αυτού του "άρρητου" κανένας δεν θα μπορούσε να τα εκφράσει καλλίτερα από τον Πλάτωνα, όχι το φιλόσοφο βέβαια, αλλά τον έξοχο οραματιστή και ποιητή. Ας διαλογιστούμε και εμείς πάνω σε αυτά, ακολουθώντας τους υψηλόφρονες στοχασμούς του: Μέχρι τώρα μιλήσαμε για το τέταρτο και τελευταίο είδος της μανίας που καταλαμβάνει εκείνον που όταν αντικρίσει το γήινο κάλος, αναπτερώνεται από την ανάμνηση του αληθινού κάλους. Και θέλει να πετάξει (τότε στις υψηλότερες σφαίρες ύπαρξης), αλλά δεν μπορεί. Και σαν πουλί πια κοιτάζει προς τα πάνω και αδιαφορεί για ότι βρίσκεται από κάτω του. Και γι' αυτό φαίνεται (στους άλλους) να ενεργεί σα μανιακός. Και απέδειξα ότι από όλες τις εμπνεύσεις αυτή είναι η άριστη και καθιστά άριστο και εκείνον που γίνεται κοινωνός της και την κατέχει. Και μόνο αυτός που κατέχεται από αυτή τη μανία και λατρεύει κυριολεκτικά το ωραίο, δικαιούνται να λέγεται εραστής. Γιατί όπως είπαμε, κάθε ανθρώπινη ψυχή από τη φύση της ορέγεται να αντικρίσει την αληθινή ουσία των πραγμάτων. Αλλά καθώς κατέβηκε σ' αυτό το ανθρώπινο σώμα (του ζώου) δεν είναι εύκολο να αναθυμηθεί βυθισμένο στα γήινα, εκείνα που είδε τότε φευγαλέα εκεί, και καθώς ξεπέφτει εδώ στη δυστυχία, τυχαίνει κάτω από ορισμένες συνθήκες να διαφθαρεί, να πάρει τον κακό δρόμο, (να μολυνθεί από) το άδικο και να ξεχάσει έτσι αυτά τα ιερά πράγματα που είχε τότε αντικρίσει. Πολύ λίγες ψυχές πράγματι υπάρχουν που διατηρούν σε ικανοποιητικό βαθμό αυτή την ανάμνηση. Και είναι αυτές που όταν αντικρίσουν εδώ κάποια αντανάκλαση του άλλου κόσμου, εκστασιάζονται και γίνονται ασυγκράτητες. Και δεν ξέρουν βέβαια γιατί παθιάστηκαν τόσο πολύ, επειδή απλά δεν έχουν καθαρή αίσθηση της αιτίας τους πάθους τους. Δεν υπάρχει λοιπόν πραγματική ανταύγεια δικαιοσύνης και σωφροσύνης ή οποιασδήποτε άλλης αρετής από αυτές που είναι ζωτικές για την ψυχή, στα γήινα αντίγραφά τους. Γιατί με ατελή όργανα μόλις και μετά βίας μερικοί αναγόμενοι από τις εικόνες τους, μπορεί να οραματιστούν απλά τα αρχέτυπά τους. Αλλά αυτοί που έλαβαν μέρος σε εκείνη από τις τελετουργίες που είναι νόμιμο να την ονομάζουμε μακαριότατη, βλέπουν τη λαμπρή ωραιότητα και τη μακάρια όψη και την πραγματική θέασή τους, καθώς εν χορώ με τους άλλους πανευτυχείς μύστες γίνονται ακόλουθοι του Δία ή κάποιου άλλου πάτρωνα θεού. Και τότε πανηγυρίζουμε ευδαιμονικά, καθώς βιώνουμε μία ολοκλήρωση μέσα μας και αισθανόμαστε ότι είμαστε πια απρόσβλητοι από οποιαδήποτε κακό, και βλέπουμε παντού τέλειες και καθαρές και βέβαιες εικόνες καθώς αναγορευτήκαμε πια μυημένοι και επόπτες μυστηρίων, λουσμένη σε ένα λαμπρό φως και νοιώθουμε ότι είμαστε εξαγνισμένοι και απαλλαγμένοι από τα δεσμά του σώματος, από αυτό δηλαδή το μνήμα που το περιφέρουμε κολλημένο επάνω μας σαν όστρακο" (Φαίδρός 249d επ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου